BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS

Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2010

από το πουθενά στο πουθενά



- Μα καλά που πας και τους βρίσκεις αυτούς τους τίτλους;
-Μπα, γιατί δεν σου αρέσει;
-'Όχι δεν μου αρέσει. Πολύ δήθεν!
- Χα! Μπα, απόκτησες και άποψη τώρα;
-Πάντα είχα άποψη!
- Σώπα τι μας λες;
-Όπως σου τα λέω! Άλλαξε τον!
- Όχι δεν τον αλλάζω! Και αφού δεν έχεις διαβάσει το κείμενο πως ξέρεις πως δεν ταιριάζει;
- Το ξέρω!
- Σκάσε και διάβαζε και μετά μας λες την γνώμη σου! Άντε!


"Καθισμένη για ώρα στην άκρη του κρεβατιού κοιτούσε τον πίνακα που στεκόταν πρόχειρα ακουμπισμένος στον απέναντι τοίχο. Κοιτούσε με ένα βλέμμα σαστισμένο, χωρίς δύναμη.  Ξάπλωσε στο κρεβάτι και  ακούμπησε το κεφάλι της κάπου ανάμεσα στα πολύχρωμα μαξιλάρια. Ξαπλωμένη ανάσκελα, άπλωσε το χέρι της και άρπαξε ένα μικρό κόκκινο μαξιλαράκι και το ακούμπησε πάνω στο πρόσωπο της. Το κλάμα της αντηχούσε σε ολόκληρο το  δωμάτιο. Ένα πνιχτό ρυθμικό αναφιλητό ακουγόταν συνεχώς. Η ώρα πέρασε, είχε πια νυχτώσει. Η Αλίκη σηκώθηκε από το κρεβάτι και περπάτησε μέχρι τον καθρέφτη. Τα μάτια πρησμένα από το κλάμα και το πρόσωπο της παραμορφωμένο, πρησμένο. Έτρεξε προς στο μπάνιο και αμέσως άνοιξε τη βρύση. Το νερό άρχισε να τρέχει κι εκείνη έμεινε ακίνητη να ξανακοιτάει τον εαυτό της στον καθρέφτη, τον τρομακτικό εαυτό της. Άρχισε να ρίχνει νερό στο πρόσωπο, πολύ νερό με μια μανία τρελή, λες και το νερό μπορούσε να ξεπλύνει ακόμα και τις σκέψεις της. Σταμάτησε απότομα, άρπαξε την πετσέτα που κρεμόταν δίπλα στον καθρέφτη και την ακούμπησε στο πρόσωπο της. Η αναπνοή της ένιωθε να σταματά και τα πράγματα μέσα στο δωμάτιο να γυρνούν γύρω της. Έκανε ένα βήμα πίσω και με το χέρι έψαξε να βρει την άκρη της μπανιέρας για να καθίσει. Κι έπειτα άρχισε να μονολογεί. Ένας μονόλογος τρελού. Σκόρπιες λέξεις.
«Επεμβαίνει... Απ' το πουθενά στο πουθενά...Κι ούτε που μπορεί να το καταλάβει. Με ενοχλεί...
Εκεί που είμαι ήρεμη, που απασχολούμαι με άσχετα πράγματα, εκεί πετάγεται... Η φωνή του... Έρχεται στο αυτί μου, λέει μια λέξη και φεύγει... Και ταυτόχρονα επαναφέρεται στο μυαλό μου μια εικόνα...
Από μια λέξη ξεκινάει το παιχνίδι... Και έπειτα στιγμές να περνάνε από μπροστά μου...
Μπορείς να βγάλεις το βύσμα που συνδέει τον εγκέφαλο μου με τα μάτια, τα αυτιά και τα χέρια μου; Να μην σκέφτομαι, να μην βλέπω, να μην ακούω, να μην αγγίζω;» "